17 Απριλίου, 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (ΕΣΠΕΡΑΣ)

image

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ (Ιωσήφ του Παγκάλου)

Όνομάζεται Μεγάλη, όχι διότι έχει περισσότερες ήμερες ή ώρες, αλλά διότι μεγάλα είναι τα γεγονότα πού εορτάζουμε και διότι απερίγραπτες υπήρξαν οι ωφέλειες τις όποιες έλάβαμε αυτή την εβδομάδα: σταμάτησε ο πόλεμος του ανθρώπου προς τον Θεό, καταργήθηκε ο θάνατος και ή εξουσία του Διαβόλου, εξαφανίστηκε ή κατάρα και έγινε ή συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους.

Όλα τα ανωτέρω εξυμνούνται με θαυμάσιους ύμνους, «οι όποιοι ομοιάζουν ωσάν να μεταβαίνουμε από άσματα σε άσματα ασμάτων, από τα ιερά στα άγια των αγίων και από τον πρώτο ουρανό, όχι στο δεύτερο, αλλά στον τρίτο και υψηλότατο ουρανό, σ' αυτά τα Λόγια του Θεού».

Οι ακολουθίες της Μεγ. Εβδομάδας είναι πρωινές, δηλ. είναι ο Όρθρος κάθε ημέρας. Για να μπορεί όμως ο λαός να τις παρακολουθήσει, «κατ' οίκονομίαν» ψάλλονται το απόγευμα της προηγουμένης. Δηλ. το απόγευμα της Κυριακής των Βαΐων ψάλλεται ό Όρθρος της Μ. Δευτέρας, απόγευμα της Μ. Δευτέρας, ψάλλεται ό Όρθρος της Μ. Τρίτης κ.ο.κ. (το πρωί ψάλλονται οι Ώρες και ο Εσπερινός της επομένης).

Αρχίζει λοιπόν η εβδομάδα του θείου δράματος. Ο Κύριος έρχεται «προς το εκούσιον πάθος» και παρουσιάζεται στο προσκήνιο «θείναι την ψυχήν αυτού αντίλυτρον» για τον άνθρωπο και τις αμαρτίες του. Έρχεται ο Ιησούς προς το πάθος και ο υμνογράφος μας καλεί να «συμπορευθώμεν» και να «συσταυρωθώμεν» και να «νεκρωθώμεν δι αυτόν «ταις του βίου ηδοναίς», όχι με άλλο σκοπό, αλλά και «συζήσωμεν αυτώ» καινά «συνανυψωθώμεν εις την άνω Ιερουσαλήμ εν τη βασιλεία των ουρανών».

Μας καλεί ακόμα ο ιερός υμνογράφος να δοξάσουμε το θεό και εκείνος με την ευσπλαχνία του θα μας ανυψώσει, γιατί έχομε νεκρωθεί εξαιτίας της αμαρτίας και γιατί είναι αγαθός και φιλάνθρωπος. Είναι η ημέρα, που η Εκκλησία μάς θυμίζει «τον μακάριον Ιωσήφ τον Πάγκαλον» και «την υπό του Κυρίου καταρασθεισαν και ξηρανθείσαν συκήν».

Ο Ιωσήφ είναι ο πολυγαπημένος από τον πατέρα του Ιακώβ και από τη ζήλια των αδελφών του πουλημένος, εν αγνοία του πατέρα του.

Ο Ιωσήφ, μπήκε στην υπηρεσία του Πετεφρή, αρχιμαγείρου του Φαραώ στην Αίγυπτο, πήρε μεγάλα αξιώματα, αφού εξήγησε τα όνειρα του Φαραώ. Ενώ προκλήθηκε από τη γυναίκα του Πετεφρή λόγω της ομορφιάς του και συκοφαντήθηκε, δεν υποχώρησε, σαν άλλος Ιππόλυτος. Λόγω της αθωότητας του, των παθημάτων του και της δόξας, που πήρε προεικονίζει τον Σωτήρα Χριστόν.

Τη Μεγάλη Δευτέρα γιορτάζεται η μνήμη του Ιωσήφ που εξηγεί το όνειρο του Φαραώ και τη μέρα αυτή εξυμ-νούνται οι αρετές του από τους υμνογράφους. Στο Κοντάκιο της Μεγάλης Δευτέρας περιέχεται όλη η υπόθεση: «Ο Ιακώβ ωδύρετο του Ιωσήφ την στέρησιν και ο γενναίος εκάθητο άρματι ως βασιλεύς τιμώμενος της Αιγύπτιας» (δηλ. της γυναίκας του Πετεφρή) «ταις ηδοναίς μη δουλεύσας» (=αφού δεν έγινε δούλος στις ηδονές της Αιγύπτιας), «αντεδοξάζετο παρά του βλέποντος» (δηλ. του Θεού) «τας των ανθρώπων καρδίας και νέμοντος στέφος άφθαρτον», (= που απονέμει, χαρίζει το αθάνατο στεφάνι).

Η Εκκλησία πάλι την ίδια ημέρα μας υπενθυμίζει με την ευαγγελική περικοπή (Ματθαίου κα'. 18-22) την άκαρπη συκιά. Ενώ πεινούσε ο Χριστός δε βρήκε κανένα καρπό πάνω της, παρά το άφθονο φύλλωμα της, την καταράστηκε και ξεράθηκε. Μ' αυτό το παράδειγμα μας υπενθυμίζεται ότι η Συναγωγή των Εβραίων ήταν άκαρπη από πολλά καλά έργα και μας καλεί να αποφύγουμε την ακαρπία «της ξηρανθείσης συκής» και να προσφέρουμε στο Χριστό «καρπούς αξίους της μετανοίας».

Το τροπάριο «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν των μέσω της νυκτός...», που ψάλλεται σε μια μυσταγωγική και κατανυκτική ατμόσφαιρα, μάς υπενθυμίζει ότι πρέπει να είμαστε πάντοτε έτοιμοι και «γρηγορούντες» και όχι «ραθυμούντες» ψυχικά για να μη «παραδοθώμεν τω θανάτω» και εννοεί πάντα τον ψυχικό θάνατο. Μας προετοιμάζει με όλα αυτά η Εκκλησία να μετανοήσουμε και να απαλλαγούμε από τα πάθη και τις αμαρτίες μας, ώστε καθαροί και προετοιμασμένοι να εορτάσουμε την Ανάσταση του Χριστού.

clip_image001

Της Ιεράς Ακολουθίας του Νυμφίου θα προστεί ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Κ.κ. Ιερώνυμος στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου (Κυπριάδων) στις 7.30 μ.μ.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΤΟΝ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΕΤ3

icc04_sinantisi_ieronymos.jpg

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ "Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΤΗΣΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ"

Συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό ΕΤ3, 15/4/2011 παραχώρησε ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος. Ο Αρχιεπίσκοπος, στην αρχή ανέφερε ότι "ζητήσαμε να συναντήσουμε τον Πρωθυπουργό της χώρας αμέσως μετά τις γιορτές του Πάσχα, για να κάνουμε μια συζήτηση για πάνω σε πολλά θέματα". Αναφερόμενος στα προβλήματα της Ελλάδος, ο Μακαριώτατος μεταξύ άλλων τόνισε:

"Ως προς την πορεία του τόπου μας, δεν είναι ανάγκη να πω εγώ τίποτα. Απλώς ξέρουμε, ότι βρισκόμαστε σε μια δύσκολη κατάσταση, και οι άνθρωποι πνίγονται από την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα από την αγωνία για το αύριο." "Κυρίως από την στέρηση, την φτώχεια και την ανεργία. Αυτά είναι πράγματα που τα βλέπει και τα ζει ο καθένας από εμάς", πρόσθεσε χαρακτηριστικά ο Μακαριώτατος.

Επίσης, υπογράμμισε, πως "σ' αυτές τις δύσκολες ώρες η Εκκλησία έχει χρέος και όπως τότε έδωσε τα καντήλια, έτσι και τώρα αν χρειαστεί να τα δώσει θα το κάνει η Εκκλησία. Αλλά κάτω από άλλους όρους πλέον, γιατί τα παθήματα μας έχουν γίνει μαθήματα πλεόν". Ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρθηκε και στην εκκλησιαστική περιουσία, όπου μεταξύ άλλων τόνισε, ότι "θα πρέπει ο Ελληνικός λαός μπροστά σ΄ αυτό το παραμύθι της μεγάλης περιουσίας της Εκκλησίας, να μάθει ότι είναι ένα μεγάλο παραμύθι. Το οποίο χρησιμοποιείτε από πολλές πλευρές με διαφόρους τρόπους".

"Από το 100% της Εκκλησιαστικής περιουσίας, το 96% έχει πλέον ληστευτεί, έχει δημευθεί! Έχει μείνει ένα 4% το οποίο δεν είναι ασήμαντο είναι σπουδαίο, αλλά είναι και αυτό δεσμευμένο. Επιτέλους ελευθερώστε αυτή την λίγη περιουσία που έχει μείνει και είναι δεσμευμένη με ανήθικο τρόπο, για να αξιοποιηθεί και τα χρήματα να μην πάνε ούτε στις μαύρες τρύπες του Κράτους, άλλα ούτε και να γίνουν μετοχές της Εκκλησίας."

Εν συνεχεία, πρόσθεσε: "Να φτιάξουμε ένα ταμείο προνοίας και όλα αυτά τα εισοδήματα και οι πόροι, να διατεθούν στον λαό μας για διακονία και υπηρεσία. Όχι να δίνουμε όπως παλιά, πάρτε το και φτιάξτε το, αλλά η ίδια η Εκκλησία θα τα αξιοποιήσει όχι για τον εαυτό της, αλλά για τον λαό μας που υποφέρει".

"Θέλω να κάνω μια πρόταση η οποία πιστεύω είναι και πρόταση όλων των Αρχιερέων, ότι και αυτή την στιγμή η Εκκλησία είναι έτοιμη να προσφέρει, όμως το ξαναλέω ότι κάτω από συνθήκες και όρους", κατέληξε ο Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας.

ΤΟ ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ (Γ’ ΜΕΡΟΣ)

image

Ο Παπαδιαμάντης στέκεται ιδιαίτερα στο Τριώδιο της Μεγάλης Δευτέρας, "Τω την άβατον κυμαινομένην θάλασσαν", δηλαδή στον κανόνα που έχει τρείς ωδές και είναι ποίημα του "υψιπέτου" – όπως τον χαρακτηρίζει – Κοσμά του Μελωδού. Τα τροπάρια του κανόνος τα θεωρεί "κατανυκτικότατα και τρυφερά, άτινα εν ήχω αρμόζοντι ψάλλονται".21 Ο αρμόζων ήχος εδώ είναι ο δεύτερος.

"Εν γένει, γράφει ο Παπαδιαμάντης, όλα τα τροπάρια είναι αμίμητου καλλονής και μελωδίας, και συνιστώμεν να προσέξωσιν οι φιλόχριστοι αναγνώστες όχι διά των εξωτερικών οφθαλμών αυτών, αλλά διά των ομμάτων της ψυχής εν καθαρώ συνειδότι".22

Δηλαδή, αυτό όπου έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι ο πιστός να προσεγγίζει τους ύμνους της Εκκλησίας διανοητικά, αλλά κυρίως βιωματικά. Δεν έχει σημασία αν ο ψάλτης έχει ορισμένες τυπικές ή τεχνικές γνώσεις, αλλά το αίσθημα που εκφράζει. Και το ήθος του μέλους εκπηγάζει από την ψυχή.

Την Μεγάλη Τρίτη στον Όρθρο ψάλλεται “το Διώδιον του θεσπεσίου ποιητού Κοσμά", 23 το οποίο περιλαμβάνει βραχύτατα τροπάρια, αλλά περιεκτικά σε νοήματα υψηλά και διδακτικά. Εδώ ο Παπαδιαμάντης προβαίνει σε απίθανες παρατηρήσεις περί της αρχαίας Ελληνικής μετρικής και της σχέσεώς της με την εκκλησιαστική:

"Καθώς η ρυθμοποιία του Πινδάρου και των άλλων χορικών της Δωρίου μούσης βαίνει κατά κώλον, ήτοι ημιστίχιον, και ουχί κατά στίχον, δεσπόζοντος μεν του μέλους, υπουργούντος δε του ρυθμού, ούτω και των ιερών ποιητών μας, αληθών εγκαλλωπισμάτων του μεσαιωνικού Ελληνισμού, η ρυθμοποιία βαίνει κατά κώλον, και ουχί κατά στίχον, διαφέρουσα μόνον της πινδαρικής κατά τούτο, ότι βάσις του ρυθμού είναι ο λογικός ήτοι γραμματικός τόνος, και όχι η απολεσθείσα ποσότης των μακρών και βραχέων.

Και η λυρική δε ποίησις της Εκκλησίας είναι χορική, καθώς η της Δωρίου σχολής των αρχαίων, και οι ειρμοί και τα τροπάρια είναι αι στροφαί και αντιστροφαί, και η καταβασία ουδέν άλλο είναι ειμή η επωδός της πινδαρικής ποιήσεως. Γράφονται δε τα τροπάρια κατά συνήθειαν εν συνεχεία και ισότητι γραμμών..., της στίξεως γενομένης ουχί κατ’ έννοιαν, αλλά κατά ρυθμόν και μέλος".24 Οι παρατηρήσεις αυτές φανερώνουν πόσο ο Παπαδιαμάντης γνώριζε καλά την αρχαία ελληνική ποίηση και θεωρούσε ότι συνέχειά της είναι η ποίηση της Εκκλησίας.

Σ’ ένα άλλο κείμενό του που διερευνά την σχέση αρχαίας ελληνικής και βυζαντινής μουσικής, αποφαίνεται με κατηγορηματικότητα. Και, θα πρέπει να πούμε ότι και σύγχρονη μουσικολογική έρευνα τον δικαιώνει: "Η Βυζαντινή μουσική είναι τόσον Ελληνική όσον πρέπει να είναι. Ούτε ημείς την θέλομεν, ούτε την φανταζόμεθα, ως αυτήν την μουσικήν των αρχαίων Ελλήνων. Άλλ' είναι η μόνη γνησία και η μόνη υπάρχουσα. Και δι’ ημάς, εάν δεν είναι η μουσική των Ελλήνων, είναι η μουσική των Αγγέλων".25

Την Μεγάλη Τετάρτη στον όρθρο “ψάλλεται αργώς και μετά μέλους το πλήρες βαθείας ποιήσεως εκκλησιαστικής τροπάριον της Κασσιανής, το ευωδέστερον ίσως άνθος της Βυζαντίδος μούσης", 26 σημειώνει ο Παπαδιαμάντης. Και εξηγεί ότι "μέλος ημείς εννοούμεν το Βυζαντινόν, διότι η ποίησις και ο ρυθμός αυτός του τροπαρίου... έχει τονισθεί υπό αρχαιοτάτου μουσικοσυνθέτου, συνδυάσαντος τον ρυθμόν των στίχων με του μέλους την αφελή χάριν.

Δεν χωρεί λοιπόν εις ταύτα ουδείς νεωτερισμός, ουδεμία καινοτομία τετραφωνική ή πολυφωνία, ως την σήμερον αποπειρώνται τούτο καινοτόμοι τινές. Δεν είναι δυνατόν να τονίση τις σήμερον αυτό καλλίτερον ή ο ποιητής του τροπαρίου ο και μελοποιός τυγχάνων.

Ώστε κατά τας ημέρας τουλάχιστον ταύτας άφετε την μονοφωνίαν της Βυζαντινής και μη μιγνύετε εν αυτή ξενισμούς, οίτινες δεν είναι άλλο παρά αυτόχρημα βεβήλωσις του αγνού θρησκευτικού βυζαντινού μέλους".27 Ο Παπαδιαμάντης εδώ αναδεικνύεται υπέρμαχος της μονόφωνης εκκλησιαστικής μουσικής, καταδικάζοντας οποιαδήποτε απόπειρα καινοτομίας.

Είναι αξιοσημείωτο ότι επειδή γνωρίζει την έλλειψη του αρχετύπου μέλους, δηλαδή του μέλους της Κασσιανής, σημειώνει: “προτιμάται και σχετικώς τελειοτέρα λογίζεται του αρχαιοτέρου τονίσαντος μουσικού η περισωζομένη σύνθεσις".28 Κάτι που συμβαίνει εν πολλοίς και κατ' αναλογίαν στις μέρες μας, καθώς επικράτησε να ψάλλεται η μουσική σύνθεσις του τροπαρίου από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο, Λαμπαδάριο της Μ.τ.Χ.Ε. περί τα μέσα 18ου αιώνα.

Γι’ αυτό προβαίνει και σε δύο καίριες επισημάνσεις που αφορούν στους ψάλτες της εποχής του, και όχι μόνο... Σημειώνει ότι το "περιλάλητον ιδιόμελον Κασσιανής μοναχής... οι πολλοί των εν Αθήναις ψαλτών καλώς εν γένει φιλοτιμούνται να μέλπωσιν, ως και παν ό,τι από διφθέρας ψάλλουσιν.

Τα ποιητικώτατα όμως και μελωδικότατα τριώδια του ιερού Κοσμά, δεν ηξίωσαν ποτέ να μελετήσωσιν, αταλαιπώρως έχοντες και ολιγώρως προς τα τοιαύτα".29 Δηλαδή, μπορεί οι ψάλτες να αποδίδουν το περίτεχνο και μακροσκελές τροπάριο της Κασσιανής, αλλά αδυνατούν να ερμηνεύουν όμως πρέπει τους κανόνες της Μεγάλης Εβδομάδος, που είναι μέλη συλλαβικά.

Ο απαράμιλλος γνώστης των κανόνων, ο κυρ Αλέξανδρος, ονειδίζει έτσι την ολιγωρία των ψαλτών σε σχέση με το λαμπρό αυτό ποιητικό είδος. Κι ακόμα διαπιστώνει με θλίψη ότι το τροπάριο της Κασσιανής "δυστυχώς δεν ψάλλεται παντού, ως δεί, κατανυκτικώς, αλλά φωναίς ατάκτοις!!"30